Λαΐδας, τὰς
Ερμηνεία:
(οι πόρνες, οι εταίρες) (αι Λαΐδες) [η Λαΐς η Κορινθία, διάσημη εταίρα της αρχαιότητας]
Ετυμολογία:
Βιβλιογραφική Τεκμηρίωση:
… διὰ νὰ ξεχάσῃ τὸ καράβι του, τὰς Λαΐδας τῆς Μασσαλίας, τὴν θάλασσαν καὶ τὰ κύματά της…[Ο έρωτας στα χιόνια]
Συνώνυμα:
© Δρ. Δημήτριος Ν. Γκέλης, Ιατρός, Οδοντίατρος, Ωτορινολαρυγγολόγος,
Διδάκτωρ Πανεπιστημίου Αθηνών
Άλλες λέξεις στην κατηγορία Παπαδιαμάντης Α.:
|